- αλδόλες
- οι Χημ.οργανικές ενώσεις οι οποίες περιέχουν στο μόριό τους αλδεϋδομάδα (-CH = Ο) και υδροξύλιο (-ΟΗ), στο τρίτο μετά την αλδεϋδομάδα άτομο άνθρακα (β-άτομο άνθρακα).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αλκοολομάδα — Η ομάδα ΟΗ(υδροξύλιο), ομοιοπολικά συνδεδεμένη με κάποιο άτομο άνθρακα, όπως για παράδειγμα στις αλκοόλες και στις αλδόλες … Dictionary of Greek